Εγώ και η μουσική δεν ζήσαμε ποτέ σχέση λατρείας, από αυτές που βιώνει κανείς στην εφηβεία και του αφήνουν κουσούρι για μια ζωή. Ζηλεύω όσους το πέρασαν, αλλά εγώ… δεν – για λόγους που δεν είναι του παρόντος. Πλην όμως, όταν ένιωσα το παιδί να κινείται μέσα μου, ο Μότσαρτ-για-μωρά κατασκήνωσε στο κομοδίνο μου και έστησε χορό. Αχώριστος με την κοιλιά μου έγινε. Τις ημέρες των πρόωρων συσπάσεων ο Μότσαρτ εκεί. Αμετακίνητος. Ελπίζαμε να ηρεμήσει την κατάσταση, αλλά η κατάσταση είχε στήσει τον δικό της χορό και τελικά οι δυο τους δεν συντονίστηκαν.
Ο Μότσαρτ – άλλο που τώρα δεν μπορώ να τον ακούω λεπτό– έκανε ξανά την εμφάνισή του πίσω από τη θερμοκοιτίδα της Γιόννας, κοντά σε εκείνη την οπή, απ’ όπου περνά ο σωλήνας του αναπνευστήρα κι όλα τα σχετικά με την επιβίωσή της καλώδια. Για τα λίγα λεπτά που διαρκούσε το επισκεπτήριο και όταν δεν της μιλούσα και δεν μου μιλούσαν και μένα οι γιατροί. Δεν είχαμε διαβάσει ότι η μουσική ωφελεί με κάποιον τρόπο τα πρόωρα. Επειδή όμως την καρδιά μου δεν μπορούσε να την ακούσει – πιθανότατα την άκουγαν όλοι οι υπόλοιποι εκτός θερμοκοιτίδας – ο επόμενος γνώριμος ήχος μετά τη φωνή του μπαμπά και της μαμάς, ήταν οι νότες του Μότσαρτ. Για να νιώσει λοιπόν μια κάποια σύνδεση με εκείνη τη μήτρα που την αμόλησε σε ένα άψυχο κουτί – ναι, μου πέρναγαν κάτι τέτοια απ’ την ψυχή τότε – της τον βάζαμε να βαράει. Καμία αντίδραση.
Στο σπίτι τα ίδια πάλι. Όχι Μότσαρτ αυτή τη φορά. Beatles, νανουρίσματα, παιδικά τραγούδια, το μικρόφωνο στη μαμά και άλλα τέτοια. Αντίδραση; Μία. Την πρώτη φορά που έκλαψε σπαραξικάρδια, και όχι επειδή ήθελε γάλα, τη βούτηξα στην αγκαλιά μου και της τραγούδησα τη βαρκούλα του ψαρά. Ηρέμησε αμέσως. Το βιολί το συνέχισα, όχι επειδή έβλεπα καμιά εντυπωσιακή διάδραση, αλλά επειδή χαλάρωνε εμένα από το στρες που με τσάκιζε. Μιλάμε για πολύ τραγούδι. Μαζί με κουβέντα βέβαια, αλλά πόσα να πεις με ένα νεογέννητο; Τραγούδι σε συνδυασμό με αγκαλιά και χορό στους κολικούς. Τραγούδι για καληνύχτα, τραγούδι για καλημέρα. Τραγούδι, όταν βαριόμουν. Όταν φοβόμουν – κυρίως όταν φοβόμουν. Τραγούδι με εκείνη στο ριλάξ ανέκφραστη. Τραγούδι και πιο μετά. Όταν μεγάλωσε και προτιμούσε να μην κοιμάται τα βράδια, όταν ζαλιζόταν στο αυτοκίνητο, προκειμένου να μην κάνει εμετό, όταν απλώς ήθελα να της τραβήξω την προσοχή. Αυτοσχέδιο τραγούδι την ώρα του φαγητού και των πρώτων θαλάσσιων μπάνιων. Χωρίς σταματημό…
Αποτέλεσμα; Σήμερα η Γιόννα κάνει παραγγελιές. Αν πεις ένα με πιο ψηλή φωνή, σου λέει: «όχι έτσι, κανονικά». Διαλέγεις ένα, θέλει το άλλο. Εκείνο που λέει ο μπαμπάς, το καράβι, τη βαρκούλα, τα έντεκα παιδιά, το ελεφαντάκι, το νάνι-νάνι, τα κάλαντα που λέγαν τα κορίτσια. Με τον πατέρα της ψάχνουμε εβδομάδες τώρα να καταλάβουμε ποιο τραγούδι της λέει που εμπεριέχει τη λέξη «αληθινά», διότι το ζητάει συνέχεια. Φυσικά, υπάρχουν τραγούδια για χορό, ηρεμία, ντεντένι, αυτοθαυμασμό στον καθρέφτη. Τραγούδια στα οποία συμπληρώνει τους στίχους, αν σταματήσεις στη μέση και τραγούδια στα οποία αλλάζει τις καταλήξεις των λέξεων, βάζοντας τα αγαπημένα της υποκοριστικά. «Κούνια μπελούμπα, έσπασε η κουτελούμπα» κ.λπ.
Τελικά, ήρθε κι εκείνη η στιγμή που ένιωσα πόσο σπουδαίο είναι το τραγούδι. Όταν συνειδητοποίησα ότι ίσως αναβαθμίζει το λογισμικό του ανθρώπινου εγκεφάλου. Καθισμένη δίπλα στο κρεβάτι της, της έλεγα το νάνι-νάνι για να κοιμηθεί. Αυτοσχέδιο τραγούδι στο οποίο χρησιμοποιώ κάθε φορά ονόματα και λέξεις που γνωρίζει, για να την πείσω ότι όλοι κάνουν νάνι – ακόμα και οι κάλτσες της – κι ότι είναι ο τελευταίος άνθρωπος στον πλανήτη που έμεινε ξύπνιος, πήγε 11μιση και πρέπει να κοιμηθεί. Εκείνη έχει ξαπλώσει, με κοιτάει νωχελικά αλλά και εξεταστικά, σα να μελετάει τις κουβέντες μου. «Νάνι κάνει η Ολυμπία, νάνι κάνει κι η…» Σταματάω τον στίχο. Μου γελάει πονηρά και απαντά: «Μα-ί-α». Κολλάω προς στιγμή. Καλά, εύκολο είναι αυτό, σκέφτομαι, και συνεχίζω. «Νάνι κάνουν τα χεράκια, νάνι και τα…» «Ποντικάκια» μου απαντάει. Τσιμπιέμαι για να βεβαιωθώ ότι δεν πήρε εμένα ο ύπνος κι ότι η Γιόννα δεν είναι όντως ο τελευταίος άνθρωπος που έμεινε ξύπνιος σ’ αυτό το σπίτι. Μου παίρνει λίγα λεπτά, αλλά το καταλαβαίνω. Η κόρη μου είναι 2 χρονών και κατάλαβε τι σημαίνει ομοιοκαταληξία. Κι επειδή δεν θεωρώ ότι έχω το παιδί-θαύμα, ούτε ότι διαθέτω κάποιο πρότυπο σύστημα παιδαγωγικής μεθόδου – που και να το διέθετα, θα ήμουν κομμάτια για να το εφαρμόσω -, αποφασίζω ότι στο πολύ τραγούδι πρέπει να οφείλεται, τουλάχιστον σε κάποιον σημαντικό βαθμό. Ότι οι λογικές σκέψεις αναπτύσσονται ταχύτερα, όταν συνδυάζονται με την ευχαρίστηση κι ότι υπήρξα τουλάχιστον ανόητη που δεν κόλλησα κάποτε με τη μουσική. Φυσικά, δακρύζω (σας παρακαλώ, δώστε μου feedback ότι με αυτό το post δεν δακρύσατε, αλλά διασκεδάσατε), γιατί τέτοια είμαι, αλλά από απίστευτη χαρά.
Ύστερα, πέφτω πάνω σε αυτό http://health.usnews.com/health-news/news/articles/2013/04/15/lullabies-soothe-preemies-parents-alike – εντάξει έξω ασχολούνται με την προωρότητα – και θυμάμαι ότι και στη δική μας ΜΕΝΝ τα μωρά άκουγαν ραδιόφωνο, τους σταθμούς που επέλεγαν οι μαίες της βάρδιας, αλλά σας πειράζει; Αν η όποια μουσική κάνει πιο χαρούμενους αυτούς που περιποιούνται μικρά παιδιά, τους αποφορτίζει από τα αρνητικά και τους μπολιάζει με θετικά, ας είναι και Στανίση (δεν το εννοώ αυτό έτσι ακριβώς). Και αν η κόρη μου είναι ο ένας και μοναδικός λόγος για να με κάνει να πάρω άλλο δρόμο στη ζωή και να τραγουδάω όλη την ώρα, ας είναι το Μικρό καράβι, ο Μπαρμπα-Μαθιός, το φεγγαράκι το λαμπρό κι ό,τι άλλο θέλει. Ο δρόμος της λογικής περνάει πάντα από το συναίσθημα. Να το πιο ανεκτίμητο μάθημα που μου έμαθε αυτές τις μέρες ο πιο ανεκτίμητος μικρός άνθρωπος του πλανήτη.
Για τον ifeelkid
http://31ebdomades.blogspot.gr/